Ησ. 1,4 οὐαὶ ἔθνος ἁμαρτωλόν, λαὸς πλήρης ἁμαρτιῶν, σπέρμα πονηρόν, υἱοὶ ἄνομοι· ἐγκατελίπατε τὸν Κύριον καὶ παρωργίσατε τὸν ἅγιον τοῦ Ἰσραήλ.
(Αλλά αλλοίμονον εις σε, έθνος αμαρτωλόν, λαε, που είσαι γεμάτος αμαρτίας, απόγονοι πονηρών προγόνων, υιοί παράνομοι. Εγκατελείψατε τον Κυριον και έτσι παρωργίσατε τον άγιον Θεόν εναντίον σας.)
Ησ. 1,13 οὐ προσθήσεσθαι· ἐὰν φέρητε σεμίδαλιν, μάταιον· θυμίαμα, βδέλυγμά μοί ἐστι· τὰς νουμηνίας ὑμῶν καὶ τὰ σάββατα καὶ ἡμέραν μεγάλην οὐκ ἀνέχομαι· νηστείαν καὶ ἀργίαν.
(Εάν μου προσφέρετε, δια τον τύπον μόνον, θυσίαν σημιγδαλιού, είναι ματαία και άχρηστος δια σας αυτή η προσφορά. Και αυτό ακόμη το ευώδες θυμίαμα είναι σιχαμερόν εις εμέ, όταν δεν συνοδεύεται από καθαρότητα καρδίας. Δεν θα ανεχθώ πλέον την εορτήν της πρώτης εκάστου μηνός, ουδέ καν και την ημέραν του Σαββάτου, ούτε την μεγάλην και επισημον εορτήν του Εξιλασμού. Τας νηστείας σας και τας αργίας των εορτών σας)
Ησ. 1,14 καὶ τὰς νουμηνίας ὑμῶν καὶ τὰς ἑορτὰς ὑμῶν μισεῖ ἡ ψυχή μου· ἐγενήθητέ μοι εἰς πλησμονήν, οὐκέτι ἀνήσω τὰς ἁμαρτίας ὑμῶν.
(και τας εορτάς εκάστης πρώτης του μηνός και τας άλλας εορτάς σας αποστρέφεται η ψυχή μου. Σας εχόρτασα, μου εκαθίσατε στο στομάχι, δεν θα ανεχθώ πλέον τας αμαρτίας σας.)
Ησ. 1,15 ὅταν ἐκτείνητε τὰς χεῖρας ὑμῶν πρός με, ἀποστρέψω τοὺς ὀφθαλμούς μου ἀφ᾿ ὑμῶν, καὶ ἐὰν πληθύνητε τὴν δέησιν, οὐκ εἰσακούσομαι ὑμῶν· αἱ γὰρ χεῖρες ὑμῶν αἵματος πλήρεις.
(Οταν υψώνετε ικετευτικάς τας χείρας σας προς εμέ και ζητήτε την βοήθειάν μου, εγώ θα γυρίζω αλλού τα μάτια μου από σας με αποστροφήν. Και εάν πολλαπλασιάσετε και παρατείνετε τας δεήσεις σας, δεν θα σας ακούσω, διότι τα χέρια σας είναι γεμάτα από αίματα αθώων.)
Ησ. 1,16 λούσασθε καὶ καθαροὶ γίνεσθε, ἀφέλετε τὰς πονηρίας ἀπὸ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ἀπέναντι τῶν ὀφθαλμῶν μου, παύσασθε ἀπὸ τῶν πονηριῶν ὑμῶν.
(Λουσθήτε, λοιπόν, στο λουτρόν της μετανοίας, γίνετε εσωτερικώς καθαροί, αφαιρέσατε τας πονηρίας και τα αμαρτωλά πάθη από τας ψυχάς σας, ώστε να είσθε καθαροί ενώπιόν μου. Παψετε πλέον τας πονηρίας σας.)

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου