Είναι αληθινή ιστορία κι έχει βαθύ νόημα, γιατί αναφέρεται στην προσευχή των ζώντων για τούς τεθνεώτες.
Οι προσευχές αυτές πάντοτε εισακούονται, μα πιο πολύ την ώρα της θείας λειτουργίας.
Ο επίσκοπος πού αναφέραμε είχε στην περιοχή του έναν ιερέα, τον παπα-Γιάννη, ευλαβικό και σ' όλους αγαπητό. Μάλιστα στην αγία πρόθεση αργούσε λίγο, γιατί διάβαζε πολλά ονόματα. (τσάμπα; Μπα!)
Είχε όμως ένα φοβερό ελάττωμα' του άρεσε το κρασί... (ο παπα-Τριαντάφυλλος, θα ήταν από το καφέ της Χαράς)
Όσο καλός ήταν στα καθήκοντά του, τόση αδυναμία είχε στο πιοτό. (εκεί πήγαιναν τα χρήματα που έβγαζε από τα μνημόσυνα;)
Πολλοί του έλεγαν να κόψει αυτό το πάθος, το τόσο αταίριαστο σε λειτουργό του Θεού. Το καταλάβαινε κι ο ίδιος, έκλαιγε με παράπονο, έκανε μερικές προσπάθειες, αλλά σε λίγες μέρες άρχιζε πάλι τα ίδια. (και τα 12 ευαγγέλια τα έβγαζε πάντα 13)
Μία μέρα πού είχε πάλι υποκύψει ατό πάθος του, πήγε στην εκκλησία και, όπως ήταν μισοζαλισμένος, έβαλε «Ευλογητός» κι άρχισε τη θεία λειτουργία.
Παραχώρησε όμως ο Θεός (παραχώρησε, ή του έδωσε καμιά κλωτσιά από πίσω;) και κάποια στιγμή παραπάτησε μέσα ατό ιερό, οπότε του έπεσαν από τα χέρια τα τίμια Δώρα (των μάγων;).
Πάγωσε απ' το φόρο του (μάλλον από το φόβο του). 'Έπεσε κάτω κλαίγοντας, κι άρχισε να μαζεύει με τη γλώσσα (α, ρε πονηρούλη παπά, πόσα ξέρεις) το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. (είχε διαλυθεί ο Χριστός, όπως εκείνος στον «εξολοθρευτή»;)
'Ένιωθε την ενοχή να τον πνίγει (του κάθισαν στο λαιμό και τον έπνιγαν τα πολλά τίμια δώρα που έγλυφε, και που στην τύφλα του – όπως και ο κωλόγερος Παΐσιος, τα έβλεπε να είναι ήδη σώμα και αίμα Χριστού).
Πήγε στον επίσκοπο κι εξομολογήθηκε (δεν είχε πνευματικό;) το φρικτό του αμάρτημα.
Κι εκείνος την άλλη μέρα, ύστερα από πολλή περίσκεψη, κάθισε στο γραφείο του και πήρε την πέννα στο χέρι. Έπρεπε να κινήσει τη διαδικασία για την καθαίρεση του παπα-Γιάννη, αλλά...
Εκεί πού το χέρι του επισκόπου στεκόταν διστακτικό, βλέπει ξαφνικά σαν σε όραμα να βγαίνουν μέσ' από τον τοίχο του δωματίου χιλιάδες άνθρωποι. (έτσι έβγαινε κι ο Χριστός μέσα από τον τοίχο;)
Είχαν μάτια πονεμένα και περνούσαν μπροστά του (διαδήλωναν) φωνάζοντας: «Όχι, Δέσποτα, Μην τιμωρείς τον παπά, Μην τον καθαιρέσεις, συγχώρεσέ τον, μην το κάνεις αυτό, μη διώξεις τον παπά μας! Αυτός μας θυμάται και μας βοηθάει σε κάθε λειτουργία, μας λυπάται αληθινά, είναι φίλος μας! Μην τον καθαιρέσεις! μη! μη! μη!...» (εις τριπλούν το τελευταίο «μη»)
Κράτησε αρκετή ώρα αυτή ή οπτασία (Χα, ο Δεσπότης, πιο ματσωμένος από τον παπά, δεν περιοριζόταν στο κρασάκι για να φτιαχτεί! Είχε άλλο τρόπο να κάνει κεφάλι, κάτι πιο δυνατό που κρατούσε αρκετή ώρα, και έφερνε και οπτασίες από τον τοίχο! Χα!).
Ο επίσκοπος κατάλαβε πώς ήταν οι ψυχές των νεκρών πού μνημόνευε ο παπα-Γιάννης όταν λειτουργούσε.
«Να ή χειροπιαστή απόδειξη», σκέφτηκε (έπιασε καμιά ψύχη με το χέρι του;), «πώς οι προσευχές μας αναπαύουν τις ψυχές των νεκρών».
ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Έκδοση Ιεράς Μονής Παρακλήτου Αττικής
Πηγή
www.pentapostagma.gr
1 σχόλιο:
ΔΙΑΒΑΖΩ:
Η ΠΡΟΣΚΟΜΙΔΗ
Τα τίμια δώρα
Το ψωμί και το κρασί που προσφέρουν οι πιστοί για τη Λειτουργία, και τα οποία συμβολίζουν το σώμα και το αίμα του Κυρίου, δεν τοποθετούνται από την αρχή στο Θυσιαστήριο για τη θυσία, αλλά πρώτα τοποθετούνται στην αγία Πρόθεση και αφιερώνονται στο Θεό σαν δώρα τίμια –αυτή είναι πλέον η ονομασία τους.
Δημοσίευση σχολίου