Με μια ωραία είσοδο και με σκαλιά με μωσαϊκό. Με τον κήπο του, την ταράτσα του (μωσαϊκό), το κεραμιδάκι πάνω από την πόρτα της εισόδου, το ωραίο του το μπαλκόνι με το κάγκελα του, το τζαμωτό του (μωσαϊκό κάτω) στο πίσω μέρος της αυλής, με την στριφογυριστή του σκάλα προς την ταράτσα με το όμορφο πρεβάζι της…
Είχε νερό, είχε και αποχέτευση…
Αυτά, μέχρι τότε, που προς τα μέσα της δεκαετίας του ’90 έπιασα δουλειά στην κατασκευή του νέου αεροδρομίου στα Σπάτα με τους γερμανούς… Ήμουν ο καλύτερα αμειβόμενος στο είδος… Έριξα τότε και πολύ χρήμα στο εξοχικό της κόρης (το είχαμε κάνει γονική παροχή) στον Μαραθώνα… Έφταναν για όλα, έμεναν και περίσσευαν τα χρήματα μου από την σκληρή δουλειά μου εκεί με την Χοχτίφ… Η κόρη σε ιδιωτικό σχολείο, και τα δυο παιδιά με αρμόνιο - πιάνο, γαλλικά, αγγλικά, και γερμανικά…
Η κυρία Ελένη λοιπόν (ο γάμος μας έγινε το 1987), ήθελε τότε να επεκταθεί και στην περιοχή εκείνη του κτήματος με το μπανγκαλόου σπίτι και με τα πάμπολλα καρποφόρα δέντρα, τα κλίματα κλπ…
Να πάρει και ο γιος… Ήταν δίπλα μας ένα κτήμα δυο στρεμμάτων… και το παζάρευε…
Ξαφνικά όμως, ενδιαφέρθηκε ο γείτονας εδώ στο Ελληνικό (ο μεσημβρινός) να κτίσει πάνω από την μονοκατοικία του… Είναι δυο σπίτια ίδια, δυο μονοκατοικίες με μεσοτοιχία, που έχουμε στο ίδιο οικόπεδο (Ξάνθου 66).
Η κυρία Ελένη, φοβήθηκε τότε το ενδεχόμενο αυθαιρεσιών μια και ο γείτονας έλεγε ότι θα κάνει κάτι το αυθαίρετο, και αλαφιασμένη άλλαξε τα σχέδια της… Μου πρότεινε λοιπόν να σπεύσουμε και να τοποθετήσουμε τα χρήματα μου και την μεγάλη αποζημίωση που θα έπαιρνα σε λίγο με το τέλος του έργου στο αεροδρόμιο, συν κάποιο δάνειο, στο να ανεβούμε κι εμείς δυο ορόφους, πάνω από το δικό μας μέρος βέβαια, για να προλάβουμε μπλεξίματα (κάλυψης χώρου) με τον γείτονα…
Έτσι, πήγαμε σε μια δική της αρχιτέκτονα και έκανε τα σχέδια που τα πλήρωσα… Μετά, πλήρωσα και την στατική μελέτη… Μετά, πλήρωσα και την άδεια (εγώ έκτιζα κανονικά, με άδεια στο όνομα μου) η οποία ήταν υπερτιμημένη για το γεγονός ότι δεν γινόταν νέα κατασκευή αλλά υπερύψωση της υπάρχουσας, δηλαδή της παλιάς μου μονοκατοικίας…
Και αρχίσαμε…
Ήρθε ένας δικός της εργολάβος μπετατζής, και άρχισε να σκάβει…
Πάει η είσοδος, πάνε και τα σκαλιά από μωσαϊκό, πάει ο γείσος με το κεραμιδί πάνω από την πόρτα… Πάει και το Χωλ, που έγινε πηγάδι για μεγάλο πέδιλο… Τρύπησαν και το ταβάνι στο Χωλ, για να περάσει, να σηκωθεί μια κολόνα… Σκάφτηκε η πρόσοψη για τα υπόγεια δοκάρια… Ξηλώθηκε η βεράντα και στη θέση της έγινε νέο πηγάδι για ένα νέο μεγάλο πέδιλο… Ξεριζώθηκε ένα αιωνόβιο γιασεμί με την περίτεχνη πέργολα του να γίνεται κομμάτια…
Τα δοκάρια, συνεχίστηκαν και στο πλάι, στα όρια μου με τον άλλο γείτονα (τον βορειοδυτικό) όπου είχα και ένα διάδρομο που σύνδεε την πίσω και την μπροστινή αυλή του σπιτιού μου… Τότε, καταστράφηκε και η αποχέτευση και η ύδρευση (οι γραμμές περνούσαν από εκεί), καταργήθηκε δε τελείως και ο διάδρομος αυτός στον οποίον φύτεψαν κολόνες… Και εκεί έκαναν και το κλιμακοστάσιο για επάνω…
Έσκαψαν και το χώρο του τζαμωτού στην γωνία στη πίσω αυλή… Το τζαμωτό το πέταξαν απέναντι στο οικόπεδο και το μάζεψε ο παλιατζής… Ξήλωσαν και την στριφογυριστή σκάλα και την πέταξαν απέναντι κι αυτή… Πάει περίπατο και η ταράτσα μου, αφού πάνω από το ταβάνι μου στήθηκε ένα νέο ταβάνι, μπετόν (το δάπεδο του πρώτου ορόφου), πάχους μισού μέτρου ακριβώς… Τότε, γέμισε και όλο μου το σπίτι με μπουντέλια (ξύλινα χοντρά δοκάρια) ο μπετατζής, διότι φοβόταν την κατάρρευση του…
Κι εγώ φυσικά, πλήρωνα για όλα αυτά… αφού ένα δάνειο που είχε αιτηθεί η γυναίκα μου (με υποθήκη το διαμέρισμα της) καθυστερούσε…
Βέβαια, όλη αυτή η αγωνία, και η συνεχής επίβλεψη που έκανα στο έργο (η υπεύθυνη μηχανικός δεν εμφανιζόταν ούτε όταν έπεφτε το μπετόν), δεν με άφηνε να ψάξω και για εργασία, αφού στο μεταξύ ήρθε και η ανεργία μου…
Το έργο τέλειωσε όπως – όπως, ο μπετατζής έφυγε, και έμεινα εγώ να προσπαθώ επί μήνες να καθαρίσω με νύχια και με δόντια τα μπάζα από τις αυλές και από τους ορόφους… Μετά, έπρεπε να αποκαταστήσω τη σύνδεση νερού και αποχέτευσης… Έγινε κι αυτό, κι έτσι μπορούσαμε να μείνουμε στο σπίτι (στο δημοτικό τότε η κόρη, και στο γυμνάσιο ο γιος)… Βέβαια, ούτε λόγος για αποκατάσταση των ζημιών της μονοκατοικίας, πόσο μάλλον για αποπεράτωση της νέας οικοδομής, αφού η εργασία μου στο επάγγελμα μου από εκεί και πέρα ήταν διακεκομμένη, προβληματική, περιστασιακή…
Η κυρία Ελένη τότε, στα ενδιάμεσα διαστήματα - όταν ήμουν άνεργος - διεκδικούσε αυτήν μου την περιουσία. Με εκβίαζε στο να τα γράψω όλα σε αυτούς, ή αλλιώς να σηκωθώ και να φύγω από το σπίτι… Με έστελνε να μείνω μόνος μου στο διαμέρισμα της στο Παγκράτι…
Η ίδια μάλιστα, είχε εγκαταλείψει τη συζυγική κλίνη… Έμενε στο δίπλα δωμάτιο με την κόρη, έτρωγαν και έπιναν στο άλλο δωμάτιο με τον γιο, και εμένα με είχαν απομονωμένο σε ένα δωμάτιο που το κρεβάτι μου ακούμπησε στον τοίχο που το χώριζε από το μπάνιο, έναν τοίχο που μέσα του οι σωλήνες του νερού είχαν διαβρωθεί τόσο που τον έκαναν να μουχλιάζει… Η κυρία Ελένη όμως, δεν άφηνε μάστορα να μπει στο σπίτι… Της μύριζε όμως το δωμάτιο μου, και δεν με άφηνε ούτε για ένα λεπτό να ανοίξω την πόρτα μου…
Έτσι φτάσαμε στην μεγάλη της απόπειρα, στο να με βγάλει μια κι έξω από τη μέση… Τότε, το Πάσχα του 2006 με εκείνον τον εγκλεισμό μου (που τον πέτυχε προσωρινά μέσα από εισαγγελική εντολή) στο Δρομοκαΐτειο… Τότε, ένα χρόνο πριν βγει η σύνταξη μου από το ΙΚΑ (62 ετών με 10.000 ένσημα). Προσπαθούσε να πείσει του γιατρούς ότι έχω το ακαταλόγιστο και ότι πρέπει να διαχειρίζεται εκείνη όλα τα περιουσιακά μου.. Ζητούσε χαρτιά για όλα αυτά… Βέβαια, δεν της πέρασε, και αφέθηκα ελεύθερος ως υγιής…
Όταν μετά βγήκε η σύνταξη μου, εγώ τα ξέχασα όλα…
Τους διέθεσα τα πρώτα μου χρήματα (πήρα 5 μήνες αναδρομικά) για να πληρώσουν λογαριασμούς, για να αγοράσουν οικιακές συσκευές που είχαν ανάγκη, μέχρι και να βάλουν κλιματισμό στο δωμάτιο του γιου που το είχε γεμίσει με κομπιούτερ που έπρεπε να δροσίζονται…
Στην αρχή η κυρία Ελένη έδειχνε ευχαριστημένη… Μετά όμως ζήλεψε που τα παιδιά με έβλεπαν πια με καλό μάτι… Τα ήθελε πάντα εναντίον μου, υποχείρια της, ώστε να φαίνεται ότι μόνο εκείνη ενδιαφέρεται, ώστε πάντα να με απαξιώνει… Έτσι, απαίτησε να παίρνει εκείνη όλη μου τη σύνταξη και να την διαχειρίζεται όλη, όπως και τη δική της σύνταξη, όπως και το νοίκι από το διαμέρισμα της…
Παράλληλα, δεν πλήρωνε λογαριασμούς από τα χρήματα που τις έδινα, τα έκανε κομπόδεμα, και μετά με κατηγορούσε στις αστυνομίες ότι δεν πληρώνω… Τότε, μετά την απολογία μου, η αστυνομία την υποχρέωσε να μου υπογράφει ένα χαρτί, μια απόδειξη κάθε φορά που της έδινα χρήματα…
Ο εκβιασμός όμως της κυρίας (που είχε ήδη κάνει τόσα χρόνια αντικάμαρα μέσα στο ίδιο μου το σπίτι), συνεχίστηκε… Το «τρίο», με απειλούσε ότι θα με ξανακλείσει στο Δρομοκαΐτειο γιατί είχαν λέει και τα πολιτικά μέσα… Με εκβίαζαν να πάρω δάνειο με εγγύηση τη σύνταξη μου για την αποπεράτωση της υπερκείμενης οικοδομής… Διαφορετικά, έπρεπε λέει να τους το γράψω το σπίτι ώστε να συνεχίσει εκείνη (η κυρία Ελένη) με δικά της έξοδα, με εκποίηση κάποιου μέρους από την περιουσία της στην Εύβοια, αφού στο μεταξύ είχε κληρονομήσει και τους δυο γονείς της που πέθαναν…
Οι επιθέσεις τους καθημερινές…
Δεν άντεξα στο τέλος, και δημοσιοποίησα μέσα από το μπλογκ μου τις μεθοδεύσεις τους, και ενημέρωσα και τη γειτονιά, εκεί όπου η κυρία πήγαινε και με κατηγορούσε…
Έτσι, ξεγυμνώθηκε…
Τότε ήταν που και ο γιος ο οποίος μόλις είχε τελειώσει το ΤΕΙ και εργαζόταν σε μια ξένη εταιρία προγραμμάτων πληροφορικής εδώ δίπλα στο σπίτι μας, θέλησε να ανεξαρτητοποιηθεί, να νοικιάσει δικό του διαμέρισμα… Η κυρία Ελένη, για να μη χάσει την επαφή, για να μη διαρραγεί ο σύνδεσμος τους στο να με πολεμούν, σηκώθηκε αμέσως και έφυγε από το σπίτι…
Τα μάζεψε όλα μέσα σε ένα βράδυ και την άλλη μέρα μετακόμισε με την κόρη και το γιο σε άγνωστο μέρος για μένα… Ήταν το φθινόπωρο του 2010, τότε που (το ίδιο καλοκαίρι) είχε επιδεινωθεί η υγεία μου με εκείνο το καρδιακό πρόβλημα που μου δημιούργησαν αυτοί.
Πέρασε ένας μήνας από την «έξοδο» τους (μαχαιριά στην καρδιά μου), και παρά ταύτα είχα επιζήσει…
Τότε, πάνω στον μήνα, έκανε την εμφάνιση της η κυρία Ελένη… Με επισκέφτηκε για να μου ζητήσει ένα εργαλείο που είχα, ένα ηλεκτρικό τρυπάνι χειρός, που το ήθελε λέει για κάτι εργασίες που έκαναν στο καινούργιο τους διαμέρισμα… Το πήρε και έφυγε σαν κυρία, χωρίς καν να με χαιρετήσει…
Πέρασε και άλλος ένας μήνας, και η κυρία Ελένη με επισκέφτηκε ξανά… Όχι για ένα τρυπάνι τη φορά αυτή… Τώρα, ζητούσε πολλά… Ήθελε να τις δίνω τα μισά σχεδόν από τη σύνταξη μου κάθε μήνα διότι πλήρωνε νοίκι και δυσκολευόταν… Ήθελε να πάρω δάνειο 10.000 ευρώ και να τα δώσω στο γιο που τα ήθελε για κάποιο σεμινάριο… Ήθελε και να πάμε στο συμβολαιογραφείο για να τους γράψω το πάνω σπίτι, την πάνω οικοδομή… Διαφορετικά, με απειλούσε με δικαστήρια… Απαίτησε δε, να πληρώνω εγώ - τώρα που χωρίσαμε - όλο το ποσόν της δόσης του δανείου που απέμεινε… Της είπα ότι έχω υποχρέωση μόνο για το μισό της δόσης, αφού οι κληρονόμοι είναι και δικά της παιδιά, άρα θα πρέπει να συμμετέχει κι αυτή.
Τότε η κυρία αντέδρασε με οργή… Σηκώθηκε (από τον καφέ που της είχα προσφέρει) και έφυγε απειλώντας με: «Θα σου στείλω τους δικηγόρους μου!» (η κόρη της δεν έχει πάρει ακόμα το πτυχίο της από τη Νομική). «Θα το πληρώνω όλο εγώ το δάνειο, εσύ δεν θα φαίνεσαι πουθενά, και έτσι θα μπορώ να το διεκδικώ εγώ το σπίτι, που άλλωστε είναι ήδη δικό μου, έτσι κι αλλιώς!».
Της απάντησα ότι αφού είναι δικό της, όπως ισχυρίζεται, τότε γιατί με τραβάει σε συμβολαιογράφους, γιατί δεν το χτίζει και να έρθει να μείνει από πάνω…
Αυτή ήταν και η τελευταία μας κόντρα…
Πέρασε τόσος χρόνος από την 13 Νοέμβριου 2010 που με εγκατέλειψε… Κι εγώ στο μεταξύ, στερούμενος και τα πιο απαραίτητα για να κάνω οικονομία (έτρωγα μόνο ξεροκόμματα πολλές φορές, είμαι με ένα τζην παντελόνι, και με ένα ζευγάρι πέδιλα που αγόρασα πέρσι από τη λαϊκή) προσπαθώντας να μαντάρω αυτό το ρημάδι έτσι που μου άφησε η κυρία Ελένη…
Με έλεγαν τότε «κερατά και δαρμένο» (κάποιοι χαριτολογώντας), και τους διόρθωσα… Τους είπα ότι θα μπορούσαν να λένε καλύτερα «μαγκούφης και κακομοίρης»…
Βέβαια, για το «μαγκούφης» άλλοι αποφάσισαν (να μείνω μόνος μου, να ψοφήσω μια ώρα γρηγορότερα και να επιστρέψουν αυτοί θριαμβευτικά σαν κληρονόμοι), αλλά για το «κακομοίρης» δεν έχουν τη δικαιολογία να το λένε αφού προσπαθώ να κάνω το σπίτι (που το έφεραν σε πλήρη εξαθλίωση) να μοιάζει με σπίτι ξανά… Μετά από όσα τράβηξε από τότε το σπιτάκι μου, με την επέλαση των μπετατζήδων…
Το σπίτι, που δεν ήθελαν να το συντηρήσω, το σπίτι που το κακοποιούσαν…
Το σπίτι που το άφησαν γεμάτο τρύπες φεύγοντας όταν ξήλωσαν κρεμάστρες ράφια κλπ, για να τα πάρουν στο νέο τους σπίτι… Λίγο πριν δε, τότε που έβαλαν το «Χομ σίνεμα» και περίσσευε η παλιά τηλεόραση, η κυρία Ελένη έσκαψε τον τοίχο της κουζίνας και έβαλε στηρίγματα για να την κρεμάσει εκεί, για να βλέπει όταν μαγειρεύει… Τα οποία βέβαια τα ξήλωσε κι αυτά φεύγοντας… Πήγα μετά να βάλω ένα τραπεζάκι στην κουζίνα να βάλω επάνω το φουρνάκι μου (η ηλεκτρική κουζίνα είχε «φύγει» κι αυτή) και μόλις ακούμπησα στον τοίχο σωριάστηκαν κάτω όλα τα πλακάκια…
Μετά, ξυπνώ ένα πρωί, και βλέπω ότι το κρεβάτι μου κολυμπούσε… Είχαν σπάσει οι σωλήνες του μπάνιου στον τοίχο που σας έλεγα…
Μιλάμε για το δωμάτιο στο οποίο με είχαν απομονώσει αυτά τα 10 τελευταία χρόνια… Την πρώην κοινή μας κρεβατοκάμαρα που η κυρία Ελένη εκβιαστικά εγκατέλειψε… Το δωμάτιο που δεν με άφηναν να ανοίξω την πόρτα του διότι τους μύριζε… Το δωμάτιο που βλέπει στην πίσω αυλή… Την αυλή που απομονώθηκε με τα έργα (το 1999) και δεν επικοινωνεί πια με την πρόσοψη… Την αυλή που δέχεται όλα τα νερά της πάνω οικοδομής… Που έχει γίνει βάλτος στα θεμέλια του δωματίου μου, οι τοίχοι του οποίου (οι εξωτερικοί) είναι ετοιμόρροποι κι αυτοί από την υγρασία…
Και πάνω σε όλα αυτά που τραβώ…
(Α, πληρώνω βέβαια και όλο το χαράτσι… Η κυρία κληρονόμος μου δεν συμμετέχει ούτε στο χαράτσι, ούτε και σε επισκευές…)
Πάνω σε όλα αυτά, έλαβα σήμερα και ένα τηλεφώνημα από μια κυρία, από την τράπεζα που μας έδωσε το δάνειο… Με πληροφορούσε ότι η κυρία Ελένη σταμάτησε να πληρώνει, ότι υπάρχει μια οφειλή καθυστερημένων (κάπου στα 400 ευρώ, αν άκουσα καλά), και με καλούσε να σπεύσω και να τα πληρώσω εγώ!!!..
Πάνω σε όλα αυτά, έλαβα σήμερα και ένα τηλεφώνημα από μια κυρία, από την τράπεζα που μας έδωσε το δάνειο… Με πληροφορούσε ότι η κυρία Ελένη σταμάτησε να πληρώνει, ότι υπάρχει μια οφειλή καθυστερημένων (κάπου στα 400 ευρώ, αν άκουσα καλά), και με καλούσε να σπεύσω και να τα πληρώσω εγώ!!!..
Η κυρία Ελένη, βιαζόταν… Ήθελε το σπίτι… Με έδιωχνε από το κάτω, διεκδικούσε και το πάνω που ήταν «στα μπετά»… «Εδώ και τώρα», μου έλεγε! «Δεν θα περιμένουμε εμείς το πότε θα πεθάνεις εσύ» μου ελεγε…
ΑπάντησηΔιαγραφήΈκανε όμως ό,τι μπορούσε για να επισπεύσει αυτήν την ημέρα…
Πού να δείτε το πρόσωπο της εκείνο το καλοκαίρι του 2010… Τότε που οι πρώτες βοήθειες με έτρεχαν στις καρδιολογικές κλινικές, ενώ αυτή έμενε πίσω να τρίβει από χαρά τα χέρια της… Έλαμψε τότε το σκοτεινό της πρόσωπο, όταν έμαθε ότι είμαι άτομο υψηλού κινδύνου από καρδιολογικής άποψης…
Πίστεψε ότι έφτασε η ώρα να χορέψει πάνω στον τάφο μου…
Γι αυτό, έκανε επαφές με διακεκριμένο κατασκευαστή πολυτελών κατοικιών, με σκοπό να του αναθέσει την αποπεράτωση της υπερκείμενης οικοδομής, για να εγκαταστήσει εκεί την κόρη που ζητούσε επιμόνως προίκα, και τον γιο που απειλούσε ότι θα φύγει…
Τελικά, ο Θεός δεν άκουσε τα κοράκια, και δεν τους έκανε το χατίρι να ψοφήσει το γαϊδουράκι του για να τους το δώσει για μεζέ…
Έτσι, έφυγε η κυρία μαζί με τα παιδιά… Έφυγε από το σπίτι… Είχαν χρήματα για διαμέρισμα… Το δικό μου το σπιτάκι τους μύριζε, τους ξίνιζε… Πήγαν σε καινούριο διαμέρισμα… Με την ελπίδα ότι αυτό θα ήταν ένα τελειωτικό χτύπημα για μένα… Αυτός ο χωρισμός, η εγκατάλειψη μου, να μείνω μόνος μου γέρος άνθρωπος με τόσα προβλήματα υγείας…
Η κυρία, ακολούθησε το θεό της, το γιο που ήθελε οπωσδήποτε την ανεξαρτησία του, το διαμέρισμα του… Έναν θεό που την άφησε λίγο μετά… Άφησε μάνα και αδελφή στο λουξ διαμέρισμα, και την έκανε για τη Γερμανία!!!..
Τώρα, το νέο παιχνίδι της κυρίας με την τράπεζα έχει σκοπό την επιστροφή της πάνω από το κεφάλι μου… Προσπαθεί να πείσει ότι δεν έχει χρήματα για τις δόσεις (πώς είχε όταν ήταν τσάμπα στο σπίτι μου;), ότι τάχα εγώ δεν πληρώνω (έτσι τα μεθόδευσε) και να διεκδικήσει «το δικό της σπίτι», την υποκείμενη οικοδομή… Όπως ακριβώς με απείλησε ότι θα κάνει τότε, πριν από ένα χρόνοι, τότε που δεν δεχόταν να πληρώνω τα μισά του χρέους από το δάνειο…
Τα λόγια της:
«Τώρα που χωρίσαμε, θα το πληρώνω μόνη μου το δάνειο… Θα φαίνομαι ότι το πληρώνω εγώ και μόνο εγώ… Ότι εσύ δεν συμμετέχεις ποτέ… Έτσι, θα το διεκδικήσω!»