1. Διαβάζω:
«καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς.» (Γεν. 1,27)
Σχολιάζω:
Πώς τους έλεγαν αυτούς τους δυο, αυτό το πρώτο ζευγάρι, τον αρσενικό και τη θηλυκιά; Ποιος τους βάφτισε, και τι όνομα τους έδωσε;
2. Διαβάζω:
«καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς ὁ Θεός, λέγων· αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν καὶ κατακυριεύσατε αὐτῆς καὶ ἄρχετε τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ πάντων τῶν κτηνῶν καὶ πάσης τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπὶ τῆς γῆς.» (Γεν. 1,28)
Σχολιάζω:
Στον Παράδεισο μέσα, θα αυξάνονταν και θα πληθύνονταν; Και γιατί δεν έκαναν κανένα παιδί εκεί μέσα;
3. Διαβάζω:
«καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ἰδοὺ δέδωκα ὑμῖν πάντα χόρτον σπόριμον σπεῖρον σπέρμα, ὅ ἐστιν ἐπάνω πάσης τῆς γῆς, καὶ πᾶν ξύλον, ὃ ἔχει ἐν ἑαυτῷ καρπὸν σπέρματος σπορίμου, ὑμῖν ἔσται εἰς βρῶσιν.» (Γεν. 1,29)
«καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὰ πάντα, ὅσα ἐποίησε, καὶ ἰδοὺ καλὰ λίαν. καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα ἕκτη.» (Γεν. 1,31)
Σχολιάζω:
Δεν είχε φτιάξει ακόμα τον Παράδεισο!
4. Διαβάζω:
«καὶ ἔπλασεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, χοῦν ἀπὸ τῆς γῆς, καὶ ἐνεφύσησεν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ πνοὴν ζωῆς, καὶ ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχὴν ζῶσαν.» (Γεν. 2,7)
Σχολιάζω:
Να θεωρηθεί αυτό σαν ο σύμμαχος της θεολογούμενης εξελικτικής θεωρίας;
Η σκέτη ύλη («χοῦς ἀπὸ τῆς γῆς»), εξελίσσεται σε ζωή, σε άνθρωπο, και τότε ο θεός αφού «ἐνεφύσησεν», κάνει τον άνθρωπο έμψυχο, ανώτερο από ζώο!
5. Διαβάζω:
«Καὶ ἐφύτευσεν ὁ Θεὸς παράδεισον ἐν Ἐδὲμ κατὰ ἀνατολὰς καὶ ἔθετο ἐκεῖ τὸν ἄνθρωπον, ὃν ἔπλασε.» (Γεν. 2,8)
Σχολιάζω:
Η γη λοιπόν ήταν πια κατοικήσιμη, με ζώα, ανθρώπους, χόρτα, φυτά και δέντρα… Ήταν και χαρτογραφημένη, με όρια και τοπωνύμια. Και πολεοδομικά, «ανατολικά της Εδέμ», κατασκευάζεται αυτός ο Θεϊκός Κήπος...
Αλλά δεν μπαίνουν εκεί "οι άνθρωποι" (το «ἄρσεν καὶ το θῆλυ», αλλά "ο άνθρωπος" («ἔθετο ἐκεῖ τὸν ἄνθρωπον»), έναν άντρα, όπως θα δούμε παρακάτω!
Περίεργο, ε;
6. Διαβάζω:
«καὶ ἐνετείλατο Κύριος ὁ Θεὸς τῷ Ἀδὰμ λέγων· ἀπὸ παντὸς ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ βρώσει φαγῇ, (Γεν. 2,16) ἀπὸ δὲ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν, οὐ φάγεσθε ἀπ᾿ αὐτοῦ· ᾗ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε.» (Γεν. 2,17)
Σχολιάζω:
Εδώ μαθαίνουμε ότι αυτός που μπήκε στον Παράδεισο, λεγόταν Αδάμ! Και δεν ήταν αναγκάστηκα αυτός ο πρωτόπλαστος! Πιθανόν να του το έδωσε αυτό το όνομα ο ίδιος θεός… «Αδάμ = Αδάμας - Διαμάντι», διότι αυτός μόνος -από όλους τους άλλους ανθρώπους αξιώθηκε αυτής της παραδεισένιας τιμής! Και του βάζει και ένα τεστ ο θεός, για να δει αν είναι και στο μέλλον το ίδιο άξιος ώστε να παραμένει στον Παράδεισο… Το τεστ, να μη φάει από ένα συγκεκριμένο καρπό εκεί μέσα. Και του μιλάει και στον ενικό, και στον πληθυντικό, διότι η απαγόρευση αυτή θα ισχύει και για όποιον επόμενο έμπαινε στον Παράδεισο.
7. Διαβάζω:
«Καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεός· οὐ καλὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον μόνον· ποιήσωμεν αὐτῷ βοηθὸν κατ᾿ αὐτόν.» (Γεν. 2,18)
«καὶ ἦσαν οἱ δύο γυμνοί, ὅ τε Ἀδὰμ καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ, καὶ οὐκ ᾐσχύνοντο.» (Γεν. 2,25)
Σχολιάζω:
Αυτός λοιπόν ο Αδάμ, δεν πήρε τίποτε μαζί του από τον παλιό τον τόπο του. Μπήκε γυμνός στο νέο κόσμο, στον Παράδεισο. Και βέβαια –αγνός και αθώος όπως ήταν, δεν μπήκε εκεί για να βρει γυναίκα (ούτε και άντρα, βέβαια). Δεν ήταν αυτός, ο παράδεισος των γυμνιστών της Μυκόνου! Ο θεός όμως θέλησε να του δώσει βοηθό. Μια γυναίκα, σαν αδελφή ψύχη! Γυμνή και εκείνη!
8. Και προχωρούμε…
Μετά λοιπόν από εκείνη την παρακοή στον παράδεισο (από την βρώση του απαγορευμένου καρπού), αρχίζει αμέσως η αντιστροφή μέτρηση της εξόδου του ζευγαριού από αυτόν. Άντε πάλι πίσω στα παλιά του τα λημέρια, ο ταλαίπωρος Αδάμ. Τέρμα πια η τέλεια αγνότητα και η απόλυτη εγκράτεια. Από εκεί και μετά, εκεί έξω στον κόσμο, η γυναίκα του (από μόνο αδελφή ψύχη, που ήταν) θα γίνει και ερωμένη του!
Παλιά καραβάνα δηλαδή ο Αδάμ, μάγκας και πολύ περπατημένος από πριν ακόμα μπει στον Παράδεισο, ήξερε ότι τα παιδιά δεν τα φέρνει ο πελαργός, και ότι έξω από τον Παράδεισο θα έκανε και αυτός –ο μέχρι τότε κοσμο-καλόγερος, και τη δική του οικογένεια. Και αφού «ο άντρας γεννά και η γυναίκα τίκτει», ονόμασε προκαταβολικά τη γυναίκα του… «Ζωή»!
Διαβάζω:
«καὶ ἐκάλεσεν Ἀδὰμ τὸ ὄνομα τῆς γυναικὸς αὐτοῦ Ζωή, ὅτι αὕτη μήτηρ πάντων τῶν ζώντων.» (Γεν. 3,20)
καὶ ἐξαπέστειλεν (σ.σ. τον σούταρε) αὐτὸν Κύριος ὁ Θεὸς ἐκ τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς ἐργάζεσθαι τὴν γῆν (σ.σ. τον "ἐξαπέστειλεν"... τσιφ, εκεί!..), ἐξ ἧς ἐλήφθη (σ.σ. χοϊκός πλέον ξανά… Και όχι πια σαν άνθρωπος πνευματικός –θεωμένος όπως ήταν πριν την πτώση, στον Παράδεισο,) Γεν. 3,23
9. Διαβάζω:
«καὶ ἐξέβαλε τὸν Ἀδὰμ καὶ κατῴκισεν αὐτὸν ἀπέναντι τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς καὶ ἔταξε τὰ Χερουβὶμ καὶ τὴν φλογίνην ῥομφαίαν τὴν στρεφομένην φυλάσσειν τὴν ὁδὸν τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς.» (Γεν. 3,24)
Σχολιάζω:
Φιλεύσπλαχνος και φιλάνθρωπος ο θεός, δεν τον έστειλε τον Αδάμ τόσο μακριά, στο "πυρ το εξώτερο", ή "στου διαόλου τη μάνα" όπως λέμε λαϊκά…
Εκεί κοντά τον τοποθέτησε… Απέναντι από τον Παράδεισο… Για να τον βλέπει ο Ἀδὰμ τον Παράδεισο από έξω, και να είναι σε συνεχή μετάνοια για το παράπτωμα του, και σε συνεχή νοσταλγία για την επιστροφή του.
Και ο Αδάμ πάλι, ο πρώην θεωμένος, δεν έχασε τελείως τη χάρη του θεού… Εξακολουθούσε να είναι φιλόθεος… Και έτσι δεν θέλησε και ο ίδιος να απομακρυνθεί πιο πολύ! Ήξερε ότι πιο μακριά από εκεί, ήταν ο κόσμος από τον οποίον έφυγε πριν μπει στον Παράδεισο… Ο κόσμος της αμαρτίας, της κακίας, του αχαλίνωτου σεξ, κλπ. Ο κόσμος ο άκοσμος, αυτός που ζούσε χωρίς θεό, μακριά από το θεό!..
10. Και προχωρούμε…
Και σαν άνθρωπος του θεού ο Αδάμ, θα πρέπει να ήταν και πολύ εγκρατής ως προς την ερωτική σχέση του με την Ζωή (Εύα) Αδαμοπούλου. Αν ήταν και αυτοί τόσο σαρκικοί όπως οι υπόλοιποι, οι περίοικοι, οι μακράν τους, θα είχαν αραδιάσει πολλά παιδιά, δεδομένου ότι τότε ήταν άγνωστη ακόμα η αντισύλληψη. Πρώτος, την ανακάλυψε -πολλά χρόνια μετά, ο… Αυνάν!
Έτσι, έκαναν έρωτα για παιδοποιία. Δεν εξηγείται διαφορετικά το ότι είχαν μόνο δυο παλληκάρια εργαζόμενα, δυο γιους, τον ένα κτηνοτρόφο και τον άλλον γεωργό. Δεν είχαν άλλα παιδιά, ούτε αγόρια ούτε κορίτσια!
Διαβάζω:
«Ἀδὰμ δὲ ἔγνω Εὔαν τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ συλλαβοῦσα ἔτεκε τὸν Κάϊν καὶ εἶπεν· ἐκτησάμην ἄνθρωπον διά τοῦ Θεοῦ. (Γεν. 4,1)
«καὶ προσέθηκε τεκεῖν τὸ ἀδελφὸν αὐτοῦ, τὸν Ἄβελ. καὶ ἐγένετο Ἄβελ ποιμὴν προβάτων, Κάϊν δὲ ἦν ἐργαζόμενος τὴν γῆν. (Γεν. 4,2)
11. Και φτάνουμε...
...στην αδελφοκτονία, και στην νέα εξορία.
Αυτήν τη φορά, έχουμε από τον θεό, την εκδίωξη του Κάιν από το πατρικό σπίτι.
Ο Κάιν, τρέμει από το φόβο του. Τα νέα θα ταξίδευαν γρήγορα, και όπου και να πήγαινε θα είχε το στίγμα του φονιά. Ο οποιοσδήποτε, θα μπορούσε να τον σκοτώσει για να μη κινδυνέψει και αυτός! Ήταν πια πολύ ευάλωτος, χωρίς τη βοήθεια του θεού!
Διαβάζω:
Κάιν προς τον θεό: «εἰ ἐκβάλλεις με σήμερον ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς καὶ ἀπὸ τοῦ προσώπου σου κρυβήσομαι, καὶ ἔσομαι στένων καὶ τρέμων ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ ἔσται πᾶς ὁ εὑρίσκων με, ἀποκτενεῖ με.» (Γεν. 4,14)
12. Και αφού δεν ήταν πρωτόπλαστοι οι γονείς του...
...φεύγει ο Κάιν από το πατρικό και από την κατ’ οίκον, εκκλησία, από τους γονείς του που ήταν άνθρωποι του θεού, και πάει σε μια άλλη περιοχή, με κοσμικούς ανθρώπους -που προϋπήρχαν της δικής του οικογένειας.
Έχουμε λοιπόν, μια μετοίκιση, μια πορεία ανθρώπινης κατάπτωσης…
Από την προνομιούχα περιοχή «Ανατολικά της Εδέμ», πάμε στην πρώτη εξορία -στη θέση «Έναντι του Παραδείσου», και τώρα πάμε στην παρακάτω γειτονιά, στην (κατέναντι της Εδέμ) στη «γη Ναὶδ»… Εκεί, που δεν κατοικούσαν άνθρωποι του θεού σαν τον Αδάμ και την Εύα (που είχαν και την πείρα του Παραδείσου), αλλά άλλου είδους άνθρωποι!
Διαβάζω:
«ἐξῆλθε δὲ Κάϊν ἀπὸ προσώπου τοῦ Θεοῦ καὶ ᾤκησεν ἐν γῇ Ναὶδ κατέναντι Ἐδέμ.» (Γεν. 4,16)
13. Και ενώ ο Αδάμ και η Εύα, αποκτούν το πρώτο τους εγγόνι...
(τον Ενώχ, από τον ξενιτεμένο γιο τους -τον Κάιν), αποφασίζουν τότε να «συνευρεθούν» ξανά για τεκνοποίηση (να «γνωριστούν» έλεγαν τότε, και όχι να «πηδηχτούν»).
Και έτσι, απέκτησαν τον Σηθ, σε αντικατάσταση του αδικοχαμένου –δολοφονημένου από χέρι αδελφικό, Άβελ.
Διαβάζω:
Καὶ ἔγνω Κάϊν τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ συλλαβοῦσα ἔτεκε τὸν Ἐνώχ. καὶ ἦν οἰκοδομῶν πόλιν καὶ ἐπωνόμασε τὴν πόλιν ἐπὶ τῷ ὀνόματι τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, Ἐνώχ. (Γεν. 4,17)
Ἔγνω δὲ Ἀδὰμ Εὔαν (σ.σ. Η Ζωή, τώρα ονομάζεται Εύα!) τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ συλλαβοῦσα ἔτεκεν υἱόν, καὶ ἐπωνόμασε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Σήθ, λέγουσα· ἐξανέστησε γάρ μοι ὁ Θεὸς σπέρμα ἕτερον ἀντὶ Ἄβελ, ὃν ἀπέκτεινε Κάϊν. (Γεν. 4,25)
14. Συμπέρασμα:
Μέχρι τότε λοιπόν ο Κάιν, δεν είχε άλλο τρόπο να βρει γυναίκα, αφού στην οικογένεια του δεν είχε καμία αδελφή, παρά μόνο τη μάνα του και τον πατέρα του ζωντανούς, και έναν αδελφό στο χώμα, σκοτωμένο από το χέρι του… Πάει λοιπόν εκεί στην εξορία του, και με την ευκαιρία βρίσκει εκεί, και, γυναίκα…
Δεν την πήρε εκεί μαζί του από πουθενά αλλού -όπως λένε κάποιοι, υπονοώντας κάποια υπάρχουσα τάχα αδελφή του. Την βρήκε εκεί, και την «γνώρισε» -σεξουαλικά δηλαδή, και έκανε οικογένεια με αυτήν…
Από την άλλη, έχουμε μια παράλληλη πληθυσμιακή αύξηση, και από την πλευρά του Αδάμ και της Εύας… Οι οποίοι μετά τον Σήθ, το πρώτο τους παιδί μετά το φονικό…
Διαβάζω:
«ἐγένοντο δὲ αἱ ἡμέραι τοῦ Ἀδάμ, ἃς ἔζησε μετά τὸ γεννῆσαι αὐτὸν τὸν Σήθ, ἔτη ἑπτακόσια, καὶ ἐγέννησεν υἱοὺς καὶ θυγατέρας.» (Γεν. 5,4)
15. Και στη συνέχεια...
φτάνουμε σε έναν υπερπληθυσμό, και σε ένα ανακάτεμα ανθρώπων με διαφορετικές αρχές… «Εμπρός, στο δρόμο που χάραξε ο Κάιν», που βρήκε γυναίκα από άλλη φυλή, ξένη ως προς την δική του οικογένεια, φυλή, που δεν είχε σχέση με πίστη σε θεό, με εμπειρία από Παράδεισο, κλπ.
Διαβάζω:
«Καὶ ἐγένετο ἡνίκα ἤρξαντο οἱ ἄνθρωποι πολλοὶ γίνεσθαι ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ θυγατέρες ἐγεννήθησαν αὐτοῖς. (Γεν. 6,1)
«ἰδόντες δὲ οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ τὰς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων ὅτι καλαί εἰσιν, ἔλαβον ἑαυτοῖς γυναῖκας ἀπὸ πασῶν, ὧν ἐξελέξαντο.» (Γεν. 6,2)
16. Έτσι, τα παιδιά του θεού...
αντί να κάνουν ηθικές οικογένειες, σωστές, όπως και οι πρόγονοι τους (ο Αδάμ και η Εύα), άρχισαν «τα σούρτα –φέρτα» με τον υπόλοιπο κόσμο, και σαγηνεύτηκαν από τα κουνήματα των θυγατέρων του κόσμου αυτού, και έπεσαν με τα μούτρα στα κοσμικά και σαρκικά πράγματα!
Η παρακοή πια, δεν ήταν ένας καρπός δέντρου, αλλά ήταν συνολική σε ό,τι είχε να κάνει με την ανθρώπινη υπόσταση…
Καμία ομοιότητα πια, με εκείνο το πλάσμα που έγινε αρχικά «κατά εικόνα και ομοίωση» του θεού. Η εικόνα αυτή αμαυρώθηκε, και επήλθε μια χαλάρωση όλων των ηθών, και σταδιακά μια πλήρης αποκτήνωση, μη αναστρέψιμη!
Και τότε, έπεσε ο πρώτος θεϊκός «κόφτης», και αυτός αφορούσε στην μακροζωία τους, στα εκατοντάδες χρόνια ζωής τους μέχρι τότε…
Διαβάζω:
«καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεός· οὐ μὴ καταμείνῃ τὸ πνεῦμά μου ἐν τοῖς ἀνθρώποις τούτοις εἰς τὸν αἰῶνα διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς σάρκας, ἔσονται δὲ αἱ ἡμέραι αὐτῶν ἑκατὸν εἴκοσιν ἔτη.» (Γεν. 6,3)
17. Και στα αλήθεια...
είναι πια ώρα να αναρωτιέται κανείς και λέει:
1. «Άραγε, σε τι είδος ανθρώπου είχαν "εξελιχθεί" όλοι αυτοί που δεν είχαν προέλθει από τον θεωμένο Αδάμ, τον άνθρωπο του Παράδεισου;»
2. «Άραγε, τι άνθρωποι ήταν αυτοί, του κόσμου εκείνου από τον οποίον ξέφυγε ο Αδάμ και μπήκε στον Παράδεισο; Άνθρωποι ήταν, ή μεταλλαγμένοι πια, σε κάτι ανάμεσα σε ανθρώπους και τέρατα;»
Διαβάζω:
«οἱ δὲ γίγαντες ἦσαν ἐπὶ τῆς γῆς ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις· καὶ μετ᾿ ἐκεῖνο, ὡς ἂν εἰσεπορεύοντο οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ πρὸς τὰς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων, καὶ ἐγεννῶσαν ἑαυτοῖς· ἐκεῖνοι ἦσαν οἱ γίγαντες οἱ ἀπ᾿ αἰῶνος, οἱ ἄνθρωποι οἱ ὀνομαστοί.» (Γεν. 6,4)
18. Για αυτήν την «εξέλιξη» των πραγμάτων...
την τόσο κακή, δεν ήταν πια καθόλου ευχαριστημένος ο θεός!
Φαίνεται ότι εκεί έξω ο διάβολος έκανε πολύ καλύτερη δουλειά!
Αφού είχε καταφέρει να τρυπώσει σαν φίδι στον Παράδεισο και να κάνει ένα τέτοιο κακό –παρασύροντας αθώους ανθρώπους, φανταστείτε τι κατάφερνε να κάνει με ανθρώπους πονηρούς σαν και αυτόν, εκεί έξω -στον κόσμο, πριν και μετά τον Παράδεισο.
Ο θεός λοιπόν, φαίνεται να είναι μετανοιωμένος που έφτιαξε τον άνθρωπο. Η δημιουργία αυτή, ο άνθρωπος ως κορωνίδα μέσα στο ζωικό βασίλειο, ήταν πλέον ένα πείραμα που είχε αποτύχει παταγωδώς, και για αυτό έπρεπε να διακοπεί!
Διαβάζω:
«Ἰδὼν δὲ Κύριος ὁ Θεός, ὅτι ἐπληθύνθησαν αἱ κακίαι τῶν ἀνθρώπων ἐπὶ τῆς γῆς καὶ πᾶς τις διανοεῖται ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ ἐπιμελῶς ἐπὶ τὰ πονηρὰ πάσας τὰς ἡμέρας…» (Γεν. 6,5)
«καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ἀπαλείψω τὸν ἄνθρωπον, ὃν ἐποίησα ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς, ἀπὸ ἀνθρώπου ἕως κτήνους καὶ ἀπό ἑρπετῶν ἕως πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι μετεμελήθην ὅτι ἐποίησα αὐτούς.» (Γεν. 6,7)
ΣΧΕΤΙΚΟ:
Τετάρτη, 5 Ιουλίου 2017
ΣΧΕΤΙΚΟ:
Πέμπτη, 6 Ιουλίου 2017
ΣΧΕΤΙΚΟ:
Πέμπτη, 6 Ιουλίου 2017
«καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς.» (Γεν. 1,27)
Σχολιάζω:
Πώς τους έλεγαν αυτούς τους δυο, αυτό το πρώτο ζευγάρι, τον αρσενικό και τη θηλυκιά; Ποιος τους βάφτισε, και τι όνομα τους έδωσε;
2. Διαβάζω:
«καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς ὁ Θεός, λέγων· αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν καὶ κατακυριεύσατε αὐτῆς καὶ ἄρχετε τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ πάντων τῶν κτηνῶν καὶ πάσης τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπὶ τῆς γῆς.» (Γεν. 1,28)
Σχολιάζω:
Στον Παράδεισο μέσα, θα αυξάνονταν και θα πληθύνονταν; Και γιατί δεν έκαναν κανένα παιδί εκεί μέσα;
3. Διαβάζω:
«καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ἰδοὺ δέδωκα ὑμῖν πάντα χόρτον σπόριμον σπεῖρον σπέρμα, ὅ ἐστιν ἐπάνω πάσης τῆς γῆς, καὶ πᾶν ξύλον, ὃ ἔχει ἐν ἑαυτῷ καρπὸν σπέρματος σπορίμου, ὑμῖν ἔσται εἰς βρῶσιν.» (Γεν. 1,29)
«καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὰ πάντα, ὅσα ἐποίησε, καὶ ἰδοὺ καλὰ λίαν. καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα ἕκτη.» (Γεν. 1,31)
Σχολιάζω:
Δεν είχε φτιάξει ακόμα τον Παράδεισο!
4. Διαβάζω:
«καὶ ἔπλασεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, χοῦν ἀπὸ τῆς γῆς, καὶ ἐνεφύσησεν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ πνοὴν ζωῆς, καὶ ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχὴν ζῶσαν.» (Γεν. 2,7)
Σχολιάζω:
Να θεωρηθεί αυτό σαν ο σύμμαχος της θεολογούμενης εξελικτικής θεωρίας;
Η σκέτη ύλη («χοῦς ἀπὸ τῆς γῆς»), εξελίσσεται σε ζωή, σε άνθρωπο, και τότε ο θεός αφού «ἐνεφύσησεν», κάνει τον άνθρωπο έμψυχο, ανώτερο από ζώο!
5. Διαβάζω:
«Καὶ ἐφύτευσεν ὁ Θεὸς παράδεισον ἐν Ἐδὲμ κατὰ ἀνατολὰς καὶ ἔθετο ἐκεῖ τὸν ἄνθρωπον, ὃν ἔπλασε.» (Γεν. 2,8)
Σχολιάζω:
Η γη λοιπόν ήταν πια κατοικήσιμη, με ζώα, ανθρώπους, χόρτα, φυτά και δέντρα… Ήταν και χαρτογραφημένη, με όρια και τοπωνύμια. Και πολεοδομικά, «ανατολικά της Εδέμ», κατασκευάζεται αυτός ο Θεϊκός Κήπος...
Αλλά δεν μπαίνουν εκεί "οι άνθρωποι" (το «ἄρσεν καὶ το θῆλυ», αλλά "ο άνθρωπος" («ἔθετο ἐκεῖ τὸν ἄνθρωπον»), έναν άντρα, όπως θα δούμε παρακάτω!
Περίεργο, ε;
6. Διαβάζω:
«καὶ ἐνετείλατο Κύριος ὁ Θεὸς τῷ Ἀδὰμ λέγων· ἀπὸ παντὸς ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ βρώσει φαγῇ, (Γεν. 2,16) ἀπὸ δὲ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν, οὐ φάγεσθε ἀπ᾿ αὐτοῦ· ᾗ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε.» (Γεν. 2,17)
Σχολιάζω:
Εδώ μαθαίνουμε ότι αυτός που μπήκε στον Παράδεισο, λεγόταν Αδάμ! Και δεν ήταν αναγκάστηκα αυτός ο πρωτόπλαστος! Πιθανόν να του το έδωσε αυτό το όνομα ο ίδιος θεός… «Αδάμ = Αδάμας - Διαμάντι», διότι αυτός μόνος -από όλους τους άλλους ανθρώπους αξιώθηκε αυτής της παραδεισένιας τιμής! Και του βάζει και ένα τεστ ο θεός, για να δει αν είναι και στο μέλλον το ίδιο άξιος ώστε να παραμένει στον Παράδεισο… Το τεστ, να μη φάει από ένα συγκεκριμένο καρπό εκεί μέσα. Και του μιλάει και στον ενικό, και στον πληθυντικό, διότι η απαγόρευση αυτή θα ισχύει και για όποιον επόμενο έμπαινε στον Παράδεισο.
7. Διαβάζω:
«Καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεός· οὐ καλὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον μόνον· ποιήσωμεν αὐτῷ βοηθὸν κατ᾿ αὐτόν.» (Γεν. 2,18)
«καὶ ἦσαν οἱ δύο γυμνοί, ὅ τε Ἀδὰμ καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ, καὶ οὐκ ᾐσχύνοντο.» (Γεν. 2,25)
Σχολιάζω:
Αυτός λοιπόν ο Αδάμ, δεν πήρε τίποτε μαζί του από τον παλιό τον τόπο του. Μπήκε γυμνός στο νέο κόσμο, στον Παράδεισο. Και βέβαια –αγνός και αθώος όπως ήταν, δεν μπήκε εκεί για να βρει γυναίκα (ούτε και άντρα, βέβαια). Δεν ήταν αυτός, ο παράδεισος των γυμνιστών της Μυκόνου! Ο θεός όμως θέλησε να του δώσει βοηθό. Μια γυναίκα, σαν αδελφή ψύχη! Γυμνή και εκείνη!
8. Και προχωρούμε…
Μετά λοιπόν από εκείνη την παρακοή στον παράδεισο (από την βρώση του απαγορευμένου καρπού), αρχίζει αμέσως η αντιστροφή μέτρηση της εξόδου του ζευγαριού από αυτόν. Άντε πάλι πίσω στα παλιά του τα λημέρια, ο ταλαίπωρος Αδάμ. Τέρμα πια η τέλεια αγνότητα και η απόλυτη εγκράτεια. Από εκεί και μετά, εκεί έξω στον κόσμο, η γυναίκα του (από μόνο αδελφή ψύχη, που ήταν) θα γίνει και ερωμένη του!
Παλιά καραβάνα δηλαδή ο Αδάμ, μάγκας και πολύ περπατημένος από πριν ακόμα μπει στον Παράδεισο, ήξερε ότι τα παιδιά δεν τα φέρνει ο πελαργός, και ότι έξω από τον Παράδεισο θα έκανε και αυτός –ο μέχρι τότε κοσμο-καλόγερος, και τη δική του οικογένεια. Και αφού «ο άντρας γεννά και η γυναίκα τίκτει», ονόμασε προκαταβολικά τη γυναίκα του… «Ζωή»!
Διαβάζω:
«καὶ ἐκάλεσεν Ἀδὰμ τὸ ὄνομα τῆς γυναικὸς αὐτοῦ Ζωή, ὅτι αὕτη μήτηρ πάντων τῶν ζώντων.» (Γεν. 3,20)
καὶ ἐξαπέστειλεν (σ.σ. τον σούταρε) αὐτὸν Κύριος ὁ Θεὸς ἐκ τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς ἐργάζεσθαι τὴν γῆν (σ.σ. τον "ἐξαπέστειλεν"... τσιφ, εκεί!..), ἐξ ἧς ἐλήφθη (σ.σ. χοϊκός πλέον ξανά… Και όχι πια σαν άνθρωπος πνευματικός –θεωμένος όπως ήταν πριν την πτώση, στον Παράδεισο,) Γεν. 3,23
9. Διαβάζω:
«καὶ ἐξέβαλε τὸν Ἀδὰμ καὶ κατῴκισεν αὐτὸν ἀπέναντι τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς καὶ ἔταξε τὰ Χερουβὶμ καὶ τὴν φλογίνην ῥομφαίαν τὴν στρεφομένην φυλάσσειν τὴν ὁδὸν τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς.» (Γεν. 3,24)
Σχολιάζω:
Φιλεύσπλαχνος και φιλάνθρωπος ο θεός, δεν τον έστειλε τον Αδάμ τόσο μακριά, στο "πυρ το εξώτερο", ή "στου διαόλου τη μάνα" όπως λέμε λαϊκά…
Εκεί κοντά τον τοποθέτησε… Απέναντι από τον Παράδεισο… Για να τον βλέπει ο Ἀδὰμ τον Παράδεισο από έξω, και να είναι σε συνεχή μετάνοια για το παράπτωμα του, και σε συνεχή νοσταλγία για την επιστροφή του.
Και ο Αδάμ πάλι, ο πρώην θεωμένος, δεν έχασε τελείως τη χάρη του θεού… Εξακολουθούσε να είναι φιλόθεος… Και έτσι δεν θέλησε και ο ίδιος να απομακρυνθεί πιο πολύ! Ήξερε ότι πιο μακριά από εκεί, ήταν ο κόσμος από τον οποίον έφυγε πριν μπει στον Παράδεισο… Ο κόσμος της αμαρτίας, της κακίας, του αχαλίνωτου σεξ, κλπ. Ο κόσμος ο άκοσμος, αυτός που ζούσε χωρίς θεό, μακριά από το θεό!..
10. Και προχωρούμε…
Και σαν άνθρωπος του θεού ο Αδάμ, θα πρέπει να ήταν και πολύ εγκρατής ως προς την ερωτική σχέση του με την Ζωή (Εύα) Αδαμοπούλου. Αν ήταν και αυτοί τόσο σαρκικοί όπως οι υπόλοιποι, οι περίοικοι, οι μακράν τους, θα είχαν αραδιάσει πολλά παιδιά, δεδομένου ότι τότε ήταν άγνωστη ακόμα η αντισύλληψη. Πρώτος, την ανακάλυψε -πολλά χρόνια μετά, ο… Αυνάν!
Έτσι, έκαναν έρωτα για παιδοποιία. Δεν εξηγείται διαφορετικά το ότι είχαν μόνο δυο παλληκάρια εργαζόμενα, δυο γιους, τον ένα κτηνοτρόφο και τον άλλον γεωργό. Δεν είχαν άλλα παιδιά, ούτε αγόρια ούτε κορίτσια!
Διαβάζω:
«Ἀδὰμ δὲ ἔγνω Εὔαν τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ συλλαβοῦσα ἔτεκε τὸν Κάϊν καὶ εἶπεν· ἐκτησάμην ἄνθρωπον διά τοῦ Θεοῦ. (Γεν. 4,1)
«καὶ προσέθηκε τεκεῖν τὸ ἀδελφὸν αὐτοῦ, τὸν Ἄβελ. καὶ ἐγένετο Ἄβελ ποιμὴν προβάτων, Κάϊν δὲ ἦν ἐργαζόμενος τὴν γῆν. (Γεν. 4,2)
11. Και φτάνουμε...
...στην αδελφοκτονία, και στην νέα εξορία.
Αυτήν τη φορά, έχουμε από τον θεό, την εκδίωξη του Κάιν από το πατρικό σπίτι.
Ο Κάιν, τρέμει από το φόβο του. Τα νέα θα ταξίδευαν γρήγορα, και όπου και να πήγαινε θα είχε το στίγμα του φονιά. Ο οποιοσδήποτε, θα μπορούσε να τον σκοτώσει για να μη κινδυνέψει και αυτός! Ήταν πια πολύ ευάλωτος, χωρίς τη βοήθεια του θεού!
Διαβάζω:
Κάιν προς τον θεό: «εἰ ἐκβάλλεις με σήμερον ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς καὶ ἀπὸ τοῦ προσώπου σου κρυβήσομαι, καὶ ἔσομαι στένων καὶ τρέμων ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ ἔσται πᾶς ὁ εὑρίσκων με, ἀποκτενεῖ με.» (Γεν. 4,14)
12. Και αφού δεν ήταν πρωτόπλαστοι οι γονείς του...
...φεύγει ο Κάιν από το πατρικό και από την κατ’ οίκον, εκκλησία, από τους γονείς του που ήταν άνθρωποι του θεού, και πάει σε μια άλλη περιοχή, με κοσμικούς ανθρώπους -που προϋπήρχαν της δικής του οικογένειας.
Έχουμε λοιπόν, μια μετοίκιση, μια πορεία ανθρώπινης κατάπτωσης…
Από την προνομιούχα περιοχή «Ανατολικά της Εδέμ», πάμε στην πρώτη εξορία -στη θέση «Έναντι του Παραδείσου», και τώρα πάμε στην παρακάτω γειτονιά, στην (κατέναντι της Εδέμ) στη «γη Ναὶδ»… Εκεί, που δεν κατοικούσαν άνθρωποι του θεού σαν τον Αδάμ και την Εύα (που είχαν και την πείρα του Παραδείσου), αλλά άλλου είδους άνθρωποι!
Διαβάζω:
«ἐξῆλθε δὲ Κάϊν ἀπὸ προσώπου τοῦ Θεοῦ καὶ ᾤκησεν ἐν γῇ Ναὶδ κατέναντι Ἐδέμ.» (Γεν. 4,16)
13. Και ενώ ο Αδάμ και η Εύα, αποκτούν το πρώτο τους εγγόνι...
(τον Ενώχ, από τον ξενιτεμένο γιο τους -τον Κάιν), αποφασίζουν τότε να «συνευρεθούν» ξανά για τεκνοποίηση (να «γνωριστούν» έλεγαν τότε, και όχι να «πηδηχτούν»).
Και έτσι, απέκτησαν τον Σηθ, σε αντικατάσταση του αδικοχαμένου –δολοφονημένου από χέρι αδελφικό, Άβελ.
Διαβάζω:
Καὶ ἔγνω Κάϊν τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ συλλαβοῦσα ἔτεκε τὸν Ἐνώχ. καὶ ἦν οἰκοδομῶν πόλιν καὶ ἐπωνόμασε τὴν πόλιν ἐπὶ τῷ ὀνόματι τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, Ἐνώχ. (Γεν. 4,17)
Ἔγνω δὲ Ἀδὰμ Εὔαν (σ.σ. Η Ζωή, τώρα ονομάζεται Εύα!) τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ συλλαβοῦσα ἔτεκεν υἱόν, καὶ ἐπωνόμασε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Σήθ, λέγουσα· ἐξανέστησε γάρ μοι ὁ Θεὸς σπέρμα ἕτερον ἀντὶ Ἄβελ, ὃν ἀπέκτεινε Κάϊν. (Γεν. 4,25)
14. Συμπέρασμα:
Μέχρι τότε λοιπόν ο Κάιν, δεν είχε άλλο τρόπο να βρει γυναίκα, αφού στην οικογένεια του δεν είχε καμία αδελφή, παρά μόνο τη μάνα του και τον πατέρα του ζωντανούς, και έναν αδελφό στο χώμα, σκοτωμένο από το χέρι του… Πάει λοιπόν εκεί στην εξορία του, και με την ευκαιρία βρίσκει εκεί, και, γυναίκα…
Δεν την πήρε εκεί μαζί του από πουθενά αλλού -όπως λένε κάποιοι, υπονοώντας κάποια υπάρχουσα τάχα αδελφή του. Την βρήκε εκεί, και την «γνώρισε» -σεξουαλικά δηλαδή, και έκανε οικογένεια με αυτήν…
Από την άλλη, έχουμε μια παράλληλη πληθυσμιακή αύξηση, και από την πλευρά του Αδάμ και της Εύας… Οι οποίοι μετά τον Σήθ, το πρώτο τους παιδί μετά το φονικό…
Διαβάζω:
«ἐγένοντο δὲ αἱ ἡμέραι τοῦ Ἀδάμ, ἃς ἔζησε μετά τὸ γεννῆσαι αὐτὸν τὸν Σήθ, ἔτη ἑπτακόσια, καὶ ἐγέννησεν υἱοὺς καὶ θυγατέρας.» (Γεν. 5,4)
15. Και στη συνέχεια...
φτάνουμε σε έναν υπερπληθυσμό, και σε ένα ανακάτεμα ανθρώπων με διαφορετικές αρχές… «Εμπρός, στο δρόμο που χάραξε ο Κάιν», που βρήκε γυναίκα από άλλη φυλή, ξένη ως προς την δική του οικογένεια, φυλή, που δεν είχε σχέση με πίστη σε θεό, με εμπειρία από Παράδεισο, κλπ.
Διαβάζω:
«Καὶ ἐγένετο ἡνίκα ἤρξαντο οἱ ἄνθρωποι πολλοὶ γίνεσθαι ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ θυγατέρες ἐγεννήθησαν αὐτοῖς. (Γεν. 6,1)
«ἰδόντες δὲ οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ τὰς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων ὅτι καλαί εἰσιν, ἔλαβον ἑαυτοῖς γυναῖκας ἀπὸ πασῶν, ὧν ἐξελέξαντο.» (Γεν. 6,2)
16. Έτσι, τα παιδιά του θεού...
αντί να κάνουν ηθικές οικογένειες, σωστές, όπως και οι πρόγονοι τους (ο Αδάμ και η Εύα), άρχισαν «τα σούρτα –φέρτα» με τον υπόλοιπο κόσμο, και σαγηνεύτηκαν από τα κουνήματα των θυγατέρων του κόσμου αυτού, και έπεσαν με τα μούτρα στα κοσμικά και σαρκικά πράγματα!
Η παρακοή πια, δεν ήταν ένας καρπός δέντρου, αλλά ήταν συνολική σε ό,τι είχε να κάνει με την ανθρώπινη υπόσταση…
Καμία ομοιότητα πια, με εκείνο το πλάσμα που έγινε αρχικά «κατά εικόνα και ομοίωση» του θεού. Η εικόνα αυτή αμαυρώθηκε, και επήλθε μια χαλάρωση όλων των ηθών, και σταδιακά μια πλήρης αποκτήνωση, μη αναστρέψιμη!
Και τότε, έπεσε ο πρώτος θεϊκός «κόφτης», και αυτός αφορούσε στην μακροζωία τους, στα εκατοντάδες χρόνια ζωής τους μέχρι τότε…
Διαβάζω:
«καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεός· οὐ μὴ καταμείνῃ τὸ πνεῦμά μου ἐν τοῖς ἀνθρώποις τούτοις εἰς τὸν αἰῶνα διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς σάρκας, ἔσονται δὲ αἱ ἡμέραι αὐτῶν ἑκατὸν εἴκοσιν ἔτη.» (Γεν. 6,3)
17. Και στα αλήθεια...
είναι πια ώρα να αναρωτιέται κανείς και λέει:
1. «Άραγε, σε τι είδος ανθρώπου είχαν "εξελιχθεί" όλοι αυτοί που δεν είχαν προέλθει από τον θεωμένο Αδάμ, τον άνθρωπο του Παράδεισου;»
2. «Άραγε, τι άνθρωποι ήταν αυτοί, του κόσμου εκείνου από τον οποίον ξέφυγε ο Αδάμ και μπήκε στον Παράδεισο; Άνθρωποι ήταν, ή μεταλλαγμένοι πια, σε κάτι ανάμεσα σε ανθρώπους και τέρατα;»
Διαβάζω:
«οἱ δὲ γίγαντες ἦσαν ἐπὶ τῆς γῆς ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις· καὶ μετ᾿ ἐκεῖνο, ὡς ἂν εἰσεπορεύοντο οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ πρὸς τὰς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων, καὶ ἐγεννῶσαν ἑαυτοῖς· ἐκεῖνοι ἦσαν οἱ γίγαντες οἱ ἀπ᾿ αἰῶνος, οἱ ἄνθρωποι οἱ ὀνομαστοί.» (Γεν. 6,4)
18. Για αυτήν την «εξέλιξη» των πραγμάτων...
την τόσο κακή, δεν ήταν πια καθόλου ευχαριστημένος ο θεός!
Φαίνεται ότι εκεί έξω ο διάβολος έκανε πολύ καλύτερη δουλειά!
Αφού είχε καταφέρει να τρυπώσει σαν φίδι στον Παράδεισο και να κάνει ένα τέτοιο κακό –παρασύροντας αθώους ανθρώπους, φανταστείτε τι κατάφερνε να κάνει με ανθρώπους πονηρούς σαν και αυτόν, εκεί έξω -στον κόσμο, πριν και μετά τον Παράδεισο.
Ο θεός λοιπόν, φαίνεται να είναι μετανοιωμένος που έφτιαξε τον άνθρωπο. Η δημιουργία αυτή, ο άνθρωπος ως κορωνίδα μέσα στο ζωικό βασίλειο, ήταν πλέον ένα πείραμα που είχε αποτύχει παταγωδώς, και για αυτό έπρεπε να διακοπεί!
Διαβάζω:
«Ἰδὼν δὲ Κύριος ὁ Θεός, ὅτι ἐπληθύνθησαν αἱ κακίαι τῶν ἀνθρώπων ἐπὶ τῆς γῆς καὶ πᾶς τις διανοεῖται ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ ἐπιμελῶς ἐπὶ τὰ πονηρὰ πάσας τὰς ἡμέρας…» (Γεν. 6,5)
«καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ἀπαλείψω τὸν ἄνθρωπον, ὃν ἐποίησα ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς, ἀπὸ ἀνθρώπου ἕως κτήνους καὶ ἀπό ἑρπετῶν ἕως πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι μετεμελήθην ὅτι ἐποίησα αὐτούς.» (Γεν. 6,7)
ΣΧΕΤΙΚΟ:
Τετάρτη, 5 Ιουλίου 2017
Ο αδελφός Panikos Nicolaou, σε μια συζήτηση που είχαμε αρχίσει από χθες, μου απάντησε σήμερα το πρωί με ένα σχόλιο του, και θέλοντας να υποστηρίξει ότι ο Αδάμ και η Εύα στον Παράδεισο ήταν οι πρωτόπλαστοι, μου συνέστησε να διαβάσω καλύτερα τη Γραφή, για να δω ότι ο Κάιν δεν «βρήκε» γυναίκα άλλη εκεί στην εξορία του μετά το φόνο του αδελφού του –όπως υποστήριζα εγώ για να δείξω ότι υπήρχαν και άλλοι άνθρωποι πριν τον Αδάμ, αλλά εκεί απλά την «γνώρισε» και σεξουαλικά, την παντρεύτηκε δηλαδή, και την είχε φέρει μαζί του από το σπίτι του! Από το πρωί λοιπόν διαβάζω τα σχετικά κεφάλαια, και όλα τα σχόλια μου (και τα 18) τα δημοσίευσα με δόσεις στη σελίδα μου στο facebook. Προσεχώς, θα τα αναρτήσω σαν μια ενότητα, και στο ιστολόγιο. Προς το παρόν, αναρτώ στο μπλογκ τα προκαταρτικά από τη σελίδα του αδελφού.
ΣΧΕΤΙΚΟ:
Πέμπτη, 6 Ιουλίου 2017
Μαρούλα: «Και διερωτωμε εις τι θα μας ωφελεσει αν πιστευουμε αν υπηρχαν η οχι ανθρωποι πριν τον Αδαμ? Εχει να καμει αυτο με την σωτηρια της ψυχης μας?»
ΣΧΕΤΙΚΟ:
Πέμπτη, 6 Ιουλίου 2017
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου