Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2013

Σε λίγο ξημερώνει… Καλημέρα! (εσείς, τι όραμα είδατε αυτήν τη νύχτα;)

Σε λίγο ξημερώνει… Καλημέρα! (εσείς, τι όραμα είδατε αυτήν τη νύχτα;)
Το Agioritikovima, είδε το όραμα  του αγίου Νήφωνα Επισκόπου Κωνσταντιανής.
 

Σας το διαβάζω, όχι όλο βέβαια γιατί είναι ατελείωτο, και σε παρένθεση το σχολιάζω…

Αφηγητής:
Λίγα οράματα έχουν καταγραφεί με τόση σαφήνεια για τη μέλλουσα κρίση.
 
Μια βραδιά, ο άγιος Νήφων Επισκόπος Κωνσταντιανής...

...αφού τελείωσε την καθιερωμένη νυχτερινή του προσευχή, ξάπλωσε να κοιμηθεί πάνω στις πέτρες του, όπως πάντα. Ήταν μεσάνυχτα και αγρυπνούσε ακόμη κοιτάζοντας το φεγγάρι και τα αστέρια στον ουρανό… (πριν αρχίσει το όνειρο θερινής νυκτός)

Έξαφνα βλέπει να αποτραβιέται το στερέωμα του ουρανού σαν σεντόνι. Και να παρουσιάζεται ο Κύριος Ιησούς Χριστός σε πελώριες διαστάσεις. (σινεμασκόπ)

Ο Κύριος κάλεσε τον στρατηγό Μιχαήλ (τον μυτιληνιό):
 «Μιχαήλ, Μιχαήλ, παράλαβε με το τάγμα σου τον πυρίμορφο θρόνο της δόξης μου και πήγαινε στην κοιλάδα του Ιωσαφάτ. Εκεί θα  δικάσω… Αλλοίμονό τους, ποια κόλαση τους περιμένει!.» (θα γίνει της Πόπης, στην κοιλάδα)

Θα τιμωρήσω και τους μοναχούς, τους άφρονες και σκοτισμένους, που μοιάζουν σαν θηλυμανή άλογα. (μπα! Μοναχοί γκομενιάρηδες;), που ο σατανάς τους έριξε δεμένους στην άβυσσο του πυρός. (το ξέρετε ότι ο σατανάς, γενικός δερβέναγας, έχει την επιχείρηση «κόλαση ΑΕ», και γαμάει και δέρνει, εκεί!)

Θα καταδικάσω και  αυτούς που μεθάνε, γλεντοκοπάνε με κιθάρες και τύμπανα, που τραγουδάνε, χορεύουν… (όχι ρε γαμώτο!)

Αλλά σε ποιαν οργή θα παραδώσω τους μισθωτούς, που δεν ήταν γνήσιοι ποιμένες; (σε ποιαν οργή; Και ποιοι ποιμένες δεν είναι μισθωτοί αλλά ημερομίσθιοι;)

Αλλά και τους ιερείς που γελούν η φιλονικούν μέσα στις άγιες εκκλησίες μου, τι θα τους κάνω; (τι θα τους κάνει; Θα τους βάλει μαζί με τους παιδεραστές ιερείς;)

Ήρθα κι έρχομαι. (αυτό που λένε: «ρε, δεν πας να δεις, αν έρχομαι)
Ουαί κι αλλοίμονο σ’ αυτόν που όντας αμαρτωλός θα πέσει στα χέρια μου! (θα τον μαδήσω σαν κοτόπουλο!)
Τα λόγια αυτά που βροντοφώνησε ο Κύριος στον αρχιστράτηγο Μιχαήλ, γέμισαν δέος τις αναρίθμητες (πάνω από ένα δισεκατομμύριο, μπορώ να σου πω) Δυνάμεις των αγγέλων. (σοκ, και δέος)

Και λέγοντας αυτά τα οργισμένα λόγια ο Κύριος έδωσε στον αρχιστράτηγο Μιχαήλ το σύνθημα (του σφύριξε κλέφτικα) για την Κρίση. Αυτοστιγμεί εκείνος με το τάγμα του πήραν τον υπέρλαμπρο και απερίγραπτο θρόνο κι έφυγαν. 


Ήταν το τάγμα τόσο πολυπληθές, ώστε η γη δεν το χωρούσε (αναρίθμητα, ρε παιδί μου, όχι παίζουμε!). 
Φεύγοντας, βροντοφωνούσαν (του συλλαλητηρίου αυτοί): «Άγιος, άγιος, άγιος, φοβερός και μέγας, υψηλός, θαυμαστός και δεδοξασμένος ο Κύριος στους αιώνες των αιώνων.»

Έπειτα αποχώρησε (ισπανικά), και ο Γαβριήλ με το τάγμα του ψάλλοντας (της Λυρικής Σκηνής, αυτοί): «Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πάσα η γη της δόξης αυτού»!

Ακολούθησε ο τρίτος μέγας ο (μακρύτερος) αρχιστράτηγος, ο Ραφαήλ (Μυτιληνιός, κι αυτός), με το τάγμα του αναπέμποντας τον ύμνο (της εκκλησίας παιδί αυτός):  «Εις άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός. Αμήν.»

Και τότε πια, όταν όλα ήταν έτοιμα, έγινε νεύμα στον αρχάγγελο (όταν δεν του σφυρίζει το σύνθημα, του κλείνει με νόημα το μάτι) που κρατούσε τη σάλπιγγα να σαλπίσει ηχηρά.
Συγχρόνως σαν πυκνή βροχή κατέβαιναν απ’ τα ουράνια προς τον θρόνο της ετοιμασίας τ’ αγγελικά τάγματα βροντοφωνώντας: «Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πάσα η γη φόβου και τρόμου».

Μόλις τελείωσε η βροντερή τούτη δοξολογία, εμφανίζεται ο Κριτής επί των νεφελών, καθισμένος σε θρόνο πύρινο. (δεν ήταν στην κοιλάδα ο θρόνος;)

Αφού παραδόθηκαν στην κόλαση οι αμαρτωλοί, σηκώθηκε απ’ το θρόνο του ο φοβερός Κριτής και ξεκίνησε για το θεϊκό ανάκτορο μ’ όλους τους αγίους του. Τον περικύκλωναν, πάντα με πολύ φόβο και τρόμο, όλες οι ουράνιες δυνάμεις ψάλλοντας: «Άρατε πύλας οι άρχοντες ημών...».

Αυτά και άλλα πολλά παναρμόνια μέλη έψαλλαν οι άγιοι άγγελοι, ώστε να ευφραίνονται απερίγραπτα όσοι τ’ άκουγαν. Έτσι ψάλλοντας μπήκαν οι άγιοι με τον Κύριο Ιησού Χριστό στον επουράνιο θάλαμο του θεϊκού παλατίου με καρδιές που σκιρτούσαν από χαρά. Και αμέσως κλείσθηκαν οι πύλες του νυμφώνα.
 

Αφηγητής:
Αυτά (που έγιναν μετά που έκλεισε η πόρτα) δεν μπόρεσε ο δούλος του Θεού Νήφων να μου περιγράψει, αν και πολλές φορές τον πίεσα, δεν μου είπε το παραμικρό.

«Δεν μπορώ παιδί μου», έλεγε αναστενάζοντας, «ν’ απεικονίσω με την γλώσσα μου ή να παρομοιάσω με οποιοδήποτε επίγειο πράγμα τα εκεί.
 

Βίος ενός ασκητή επισκόπου, του Αγίου Νήφωνος επισκόπου Κωνσταντιανής – 16η έκδοση Σταυροπηγιακής και Συνοδικής Ι. Μ. Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, εκδοτική παραγωγή ΕΠΤΑΛΟΦΟΣ Α.Β.Ε.Ε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου